Φονταμενταλισμός

Με τον όρο φονταμενταλισμός (θεμελιωτισμός) εκφράζονται οι τάσεις εμμονής ή επιστροφής σε άκρως συντηρητικά θρησκευτικά βιώματα του παρελθόντος, τα οποία λειτουργούν ως μέσο αντίστασης σε κάθε ενδεχόμενη αλλαγή ή θρησκευτική μεταρρύθμιση. Ο όρος αυτός, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά την περιόδο μεταξύ των τελών του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού από τους υποστηρικτές του, με σκοπό να περιγράψει ένα συγκεκριμένο ρεύμα θρησκευτικών απόψεων στο πλαίσιο της σύγκρουσης που είχε ξεσπάσει στις τάξεις της αμερικανικής προτεσταντικής κοινότητας μεταξύ φονταμενταλιστών και νεωτεριστών. Η έννοια όμως του όρου δεν έχει, αποκλειστικά, θρησκευτική μόνο διάσταση, αν και ‘γεννήθηκε’ μέσα από τον θρησκευτικό δογματισμό.
Ο φονταμενταλισμός, είναι ένα φαινόμενο, το οποίο υπόσχεται μια σημαντική δυνητική σύγκρουση. Διαθέτει ένα ιδιαίτερο ύφος πολιτικής δραστηριότητας, ικανότητας και αποφασιστικότητας για να δημιουργήσει επίμονες μάχες με τους αντιπάλους.
Οι φονταμενταλιστές πιστεύουν στην ορθότητα των απόψεών τους και είναι πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε πολιτικές πράξεις που καθορίζονται ως αντισυνταγματικές χρησιμοποιώντας τη χρήση βίας, για την επίτευξη των σκοπών τους.
Ο Θρησκευτικός Φονταμενταλισμός δεν έχει βρει ακόμη την έκφρασή του στη δημόσια πολιτική, στις διεθνείς και κοινωνικές σχέσεις. Παρόλα αυτά εφαρμόζεται στην εκπαίδευση, στην επιστήμη και στην τέχνη. Ο Φονταμενταλισμός σήμερα υπάρχει σε πολλές εκδόσεις και αποτελεί το υβρίδιο το οποίο συνδυάζει διάφορα στοιχεία. Σήμερα έχουμε τον περιβαλλοντικό φονταμενταλισμό, τον οικονομικό φονταμενταλισμό, ο φονταμενταλισμός της αγοράς κλπ. Τα πολιτικά στοιχεία του Φονταμενταλισμού είναι χαρακτηριστικά των ολοκληρωτικών και θεοκρατικών καθεστώτων, που περιέχουν ριζοσπαστικές πολιτικές ιδεολογίες, τις οποίες, τα καθεστώτα αυτά, προσπαθούν να προωθήσουν με κάθε τίμημα στο διεθνές περιβάλλον.
Βασικά χαρακτηριστικά του φονταμενταλισμού είναι η επιστροφή και η τυπολατρική εμμονή στην παράδοση, η δυναμική απαίτηση για κάθαρση και αποκατάσταση καθώς και η πεποίθηση ότι αποτελεί ένα είδος κριτή, χαρακτηριστικά τα οποία οδηγούν τους υποστηρικτές του φονταμενταλισμού στην υιοθέτηση, αρκετά συχνά, βίαιων αντιδράσεων και συμπεριφορών. Διαθέτει κοινωνικά χαρακτηριστικά και αφορά κυρίως τον Χριστιανισμό (από όπου και προέρχεται ως όρος), το Ισλάμ και τον Ιουδαϊσμό.
Χριστιανικός φονταμενταλισμός
Ο  χριστιανικός φονταμενταλισμός γεννήθηκε μέσα στους κόλπους του Προτεσταντισμού και στη συνέχεια επεκτάθηκε και στις υπόλοιπες Ομολογίες. Διακρίθηκε σε δύο κατηγορίες, τον ορθολογικό και τον χαρισματικό. Η πρώτη τάση είχε ως επιδίωξή της τον εξορθολογισμό της ζωής, με βάση τις θρησκευτικές αρχές. Από την άλλη πλευρά, η δεύτερη τάση επεδίωκε την τάση φυγής από τον κόσμο και περιστρεφόταν γύρω από έννοιες όπως το συναίσθημα, το ατομικό βίωμα, το θαύμα, το μυστικισμό, τους μάρτυρες της Πίστεως κ.λπ. Το πρώτο δόγμα των φονταμενταλιστικών κινημάτων περιέχεται στο λεγόμενο «Δόγμα του Νιαγάρα». Το έτος 1868 διοργανώθηκε από Προτεστάντες μια διάσκεψη για την Αγία Γραφή στο «Niagara-on-the-Lake» του Οντάριο του Καναδά, που έμεινε γνωστή ως «Συνάντηση για τη μελέτη της Αγίας Γραφής».
Το 1878 δημιουργήθηκε το «Νιαγάρα - Σύμβολο της Πίστεως», ένα δόγμα με δεκατέσσερα βασικά σημεία της χριστιανικής πίστεως που συμπυκνώνονται στα παρακάτω πέντε:
*Το θεόπνευστο και αλάθητο της Αγίας Γραφής
*Η Θεϊκή καταγωγή του Χριστού και το δόγμα της Αμόλυντης Σύλληψης
*Η εξιλέωση του Χριστού στο σταυρό
*Η σωματική ανάσταση του Χριστού
*Η μελλοντική επιστροφή του Χριστού στη σάρκα
Οι αρχές αυτές, εγκρίθηκαν από την Πρεσβυτεριανή Γενική Συνέλευση και στις αρχές του 20ου αιώνα, υποστηρικτές των αρχών αυτών, ενώθηκαν σε μια συμμαχία φονταμενταλιστών.
Ήταν η πρώτη εμφάνιση του λεγόμενου Φονταμενταλισμού.
Το 1909 ο μεγιστάνας του πετρελαίου και πρεσβυτεριανός ηγέτης, Lyman Stewart, αγωνίστηκε κατά του εκσυγχρονισμού της χριστιανικής θεολογίας και κατέβαλε το ποσό των 200.000 δολαρίων για να δημοσιεύσει σειρά θρησκευτικών αρχών «Εισαγωγή. Μαρτυρία της Αλήθειας», όπου η Αγία Γραφή αντιμετωπίζεται ως η απόλυτη ερμηνεία της Θείας Ενσάρκωσης, της Λογικής και της Αλήθειας.
Ο Stewart είναι ο άνθρωπος που χρηματοδότησε τη δωρεάν διανομή των χριστιανικών περιοδικών στους εργαζομένoυς των επιχειρήσεων του. Προγραμμάτισε κονδύλια για τη δημιουργία της Σχολής Θεολογίας, στο Κολέγιο του Λος Άντζελες, όπου η εκπαίδευση έπρεπε να διεξάγεται αυστηρά με τους όρους της Αγίας Γραφής.
Για τον φονταμενταλισμό γίνεται λόγος και στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Εκφράζεται μέσα από την αντίσταση σε κάθε εκσυγχρονιστική τάση στην εκκλησιαστική ζωή, το τελετουργικό, τη διδασκαλία, το ήθος, την οργάνωση κ.λπ. Μάλιστα, αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία στη διατήρηση της παραδοσιακής σεξουαλικής ηθικής. Φονταμενταλιστικές τάσεις και συμπεριφορές εντοπίζονται και στο χώρο επιρροής της Ορθόδοξης Εκκλησίας και συγκεκριμένα σε ομάδες που παραμένουν προσκολλημένες στους θρησκευτικούς τύπους, όπως συμβαίνει με τους παλαιοημερολογίτες στην Ελλάδα και με τους «παλαιούς πιστούς» στη Ρωσία.
Μουσουλμανικός φονταμενταλισμός
Το πιο  πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη φονταμενταλιστικών τάσεων απετέλεσε ο ισλαμικός χώρος. Ο μουσουλμανικός φονταμενταλισμός στρέφεται εναντίον της εκκοσμίκευσης και της εισβολής της δυτικής παράδοσης και ηθικής καθώς και σε οτιδήποτε άλλο είναι ξένο προς την ισλαμική πραγματικότητα. Αντιθέτως, στοχεύει στην ενδυνάμωση της ισλαμικής θρησκευτικής και πολιτισμικής παράδοσης. Διακρίνεται για το στενό του σύνδεσμο προς την ουσία και τον τρόπο άσκησης της πολιτικής εξουσίας. Ως όπλο, χρησιμοποιεί τον ιερό πόλεμο, δηλαδή την Τζιχάντ, για την υπεράσπιση της ισλαμικής παράδοσης αλλά και για την επέκταση της ισλαμικής κυριαρχίας. Ο μουσουλμανικός φονταμενταλισμός είναι ιδιαίτερα δυναμικός και βίαιος και διαθέτει πολλά ανορθολογικά χαρακτηριστικά ενώ υπολογίζεται ως μια από τις σημαντικότερες πολιτικές και ιδεολογικές δυνάμεις στον κόσμο. Ο διεθνής σήμερα όρος Τζιχάντ  είναι αραβική λέξη που σημαίνει γενικά αγώνας, προσπάθεια, το να μοχθεί κανείς με όλες του τις δυνάμεις ή να αντιμάχεται οποιoδήποτε αντικείμενο αδυναμίας η πάθους. Όταν συνοδεύεται από τη φράση «φι σαμπίλ Αλλάχ», η οποία αποδίδεται «για το δρόμο του Θεού», αποκτά ένα ιδιαίτερο νόημα. Αποτελεί ένα από τα κεντρικά δόγματα του Ισλάμ και αναφέρεται ορισμένες φορές ως ο έκτος πυλώνας του, χωρίς όμως να κατέχει πραγματικά μία τέτοια θέση. Ως θρησκευτικό καθήκον, η τζιχάντ θεωρείται πως ενισχύει την πίστη και αποτελεί ανάλογο της αφοσίωσης του μοναχού στην υπηρεσία του Θεού, όπως ισχύει στον χριστιανισμό. Σε ορισμένα χαντίθ(*) αναφέρεται ως «μοναχισμός του Ισλάμ», «πράξη αγνής αφοσίωσης», καθώς και μία από τις «πύλες του παραδείσου».
Στο Κοράνιο αναφέρονται τέσσερις βασικές κατηγορίες τζιχάντ με την έννοια του αγώνα, η «τζιχάντ αλ-ναφς» (του ίδιου του εαυτού, – επί της ηθικής ζωής), η «τζιχάντ αλ-λισάν» (της γλώσσας, – επί της θεολογίας), η «τζιχάντ αλ-γιαντ» (του χεριού, – επί των πράξεων) και η «τζιχάντ αλ-σάιφ» (του ξίφους – η δια του πολέμου επβολή). Σύμφωνα με ένα χαντίθ, ο Μωάμεθ επιστρέφοντας από μία μάχη είπε στους συντρόφους του πως «Επιστρέψαμε από μία μικρή τζιχάντ (του ξίφους) στη μεγάλη τζιχάντ (του εαυτού)». Παρομοίως, η παράδοση των Σούφι αναγνώρισε ως υπέρτατη μορφή τζιχάντ τον πνευματικό αγώνα για επιβολή στα κατώτερα ένστικτα της ανθρώπινης φύσης, αν και συγχρόνως, βιογραφίες ασκητών της κοινότητας των Σούφι μαρτυρούν πως συμμετείχαν επίσης σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, χωρίς να υποβαθμίζουν ή να αγνοούν τη μικρή τζιχάντ. Άτομο που εμπλέκεται σε τζιχάντ καλείται μουτζάχιντ (αν και στην καθημερινή χρήση συνήθως παρατονίζεται ως «μουτζαχίντ»), με τον πληθυντικό να είναι μουτζαχεντίν.
Ο όρος τζιχάντ αποδίδεται συχνά και ως «ιερός πόλεμος», ωστόσο υποστηρίζεται ότι η απόδοση αυτή είναι λανθασμένη. Ο όρος ιερός πόλεμος δεν απαντάται στο Κοράνιο, ενώ κατά την ισλαμική θεώρηση, κανένας πόλεμος δεν είναι ιερός. Η αναγκαιότητα ένοπλης συμπλοκής αναφέρεται σε αρκετούς στίχους του Κορανίου. Ως ιδιαιτέρως ενδεικτικά αναφέρονται τα εδάφια 2:190-193 και 9:5. Σύμφωνα με την παραδοσιακή ερμηνεία, οι στίχοι αυτοί πρέπει να συσχετίζονται με το μήνυμα του Κορανίου στην ολότητά του. Στο Κοράνιο δεν απουσιάζουν αναφορές σε μια βίαιη μορφή τζιχάντ, ωστόσο με τον όρο αυτό δεν εννοείται πάντα η εχθροπραξία, ενώ χρησιμοποιείται αυτούσιος σχετικά λίγες φορές για να περιγράψει τη μάχη με το σώμα.
Σε αρκετές περιπτώσεις στο παρελθόν ο όρος τζιχάντ περιορίστηκε στην άποψη του πολέμου, βολεύοντας τις επιθυμίες για κατακτήσεις η για πολυποίκιλες πολιτικές βλέψεις, με σκοπό την εξάπλωση και την αφοσίωση στο Ισλάμ. Αν και η πλειονότητα των ερμηνευτών του Κορανίου δεν ασπάζονται την εν λόγω ερμηνεία ότι δηλαδή οι (ορθόδοξοι) μουσουλμάνοι θα πρέπει να διάγουν ολόκληρο το βίο τους διεξάγοντας συνεχείς ιερούς πολέμους. H έννοια της τζιχάντ χρησιμοποιήθηκε τόσο για να προάγει την αφοσίωση των πιστών όσο και για τη διεξαγωγή πολέμου προς υπεράσπιση της θρησκείας ή τον προσυλητισμό. Το σύγχρονο Ισλάμ αποδίδει έμφαση στον εσωτερικό πόλεμο του ανθρώπου και εγκρίνει τη σύρραξη με άλλα έθνη μόνο ως αμυντικό μέσο στην περίπτωση που κινδυνεύει η πίστη. Στη διάρκεια της ισλαμικής ιστορίας, πόλεμοι εναντίον μη Μουσουλμάνων ονομάζονταν τζιχάντ ώστε να αποκτήσουν θρησκευτική χροιά, αν και προωθούνταν για πολιτικούς σκοπούς.
Από την εποχή του Μωάμεθ, οι λόγιοι του Ισλάμ, όπως το συνηθίζουν οι λόγιοι απανταχού της γης οποιασδήποτε άποψης θρησκευτικής η μη, περιέγραψαν και άλλες κατηγορίες  τζιχαντ, συνολικά 14. Ουδέποτε όμως περιορίστηκαν οι ερμηνείες τους στην απλοϊκότητα  του πολέμου κατά των απίστων η των εχθρών, όπως συχνά πιστεύεται σήμερα. Σύμφωνα με αρκετούς μελετητές η εχθροπραξία αποτελεί μόνο μία από τους διαφορετικούς τύπους τζιχάντ και δεν είναι η σημαντικότερη(όπως αναφέρεται σε ένα χαντίθ: ο Μωάμεθ επιστρέφοντας από μία μάχη είπε στους συντρόφους του πως «Επιστρέψαμε από μία μικρή τζιχάντ (του ξίφους) στη μεγάλη τζιχάντ (του εαυτού)»).
Ορισμένοι στίχοι περιγράφουν έναν αμιγώς πνευματικό αγώνα (βλ. ενδεικτικά Κοράνιο 22:78), ωστόσο άλλοι τοποθετούν πνευματικά υψηλότερα όσους πολεμούν (βλ. ενδεικτικά Κοράνιο 4:95).
Τζιχάντ χαρακτηρίστηκε  η άμυνα των μουσουλμάνων κατά των Ευρωπαίων την εποχή των Σταυροφοριών, εξ ου και η ταύτιση του όρου με την πολεμική του εκδοχή.
Στη σύγχρονη εποχή, η τζιχάντ γίνεται αντιληπτή μέσα από ένα ευρύ φάσμα απόψεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται συντηρητικές θεωρήσεις με βάση τον κλασικό ισλαμικό νόμο, καθώς και ακραίες τοποθετήσεις που προωθούν την ωμή βία.
Αρκετοί είναι οι στίχοι του Κορανίου και των παραδόσεων του Ισλάμ σύμφωνα με τους οποίους ο παράδεισος προσφέρεται σε όσους χάνουν τη ζωή του σε τζιχάντ(Σε ποιά απόψή της όμως; Είναι πολύ βολικό να «στεγάζει» μίση, πάθη, πολιτικές βλέψεις και άλλα παρόμοια). Πολλές ισλαμικές οργανώσεις έχουν επιλέξει ως τίτλο τη λέξη τζιχάντ. Γνωστότερες είναι το Κίνημα της Ισλαμικής Τζιχάντ στην Παλαιστίνη, η Αιγυπτιακή Ισλαμική Τζιχάντ, η Αλ Τζιχάντ της Υεμένης, η Αλ Τζιχάντ του Μπαγκλαντές και η Χαρακάτουλ Τζιχάντ του Πακιστάν, οι Τζιχαντιστές του Ιράκ κ.λ.π.
Με τον όρο χαντίθ εννοείται στην ισλαμική παράδοση που παραδίδει τα λόγια και τις πράξεις του προφήτη Μωάμεθ ή ακόμα την έγκρισή του για ό,τι ειπώθηκε ή τελέστηκε ενώπιόν του. Η λογοτεχνία των χαντίθ αναγνωρίζεται σήμερα ως βασικό θεμέλιο του Ισλάμ, δεύτερη σε αξία μετά το Κοράνιο.
Ιουδαϊκός φονταμενταλισμός
Ο ιουδαϊκός φονταμενταλισμός δεν χαρακτηρίζεται τόσο από την επιδίωξή του για ακριβή προσήλωση στη Βίβλο όσο για την εμμονή του στη θρησκευτική παράδοση και τη θρησκετική πράξη]. Ως φαινόμενο εντοπίζεται στις τάξεις των ακτιβιστών Σιωνιστών καθώς και στους υπερορθόδοξους Εβραίους. Ο Σιωνισμός, έχει χαρακτηριστεί από τους επικριτές του ως κίνημα με αποικιακό και ρατσιστικό χαρακτήρα ενώ οι υπερορθόδοξοι Εβραίοι κατηγορούνται ως σκοταδιστές, εξτρεμιστές και αρνητές διαφόρων θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως π.χ. η ισότητα των δύο φύλων



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου