Θεοκρατία

Με τον όρο Θεοκρατία αναφερόμαστε σε ένα σύστημα πολιτικής διακυβέρνησης, στο οποίο η εξουσία ασκείται από θρησκευτικούς λειτουργούς, ως ερμηνευτές της θέλησης του Θεού. Με τον όρο θεοκρατία (κράτος θεού) εννοείται εκείνο το σύστημα διακυβέρνησης στο οποίο ο θεός ή μια θεότητα θεωρείται ανώτατος άρχων και η διακυβέρνηση γίνεται συχνά από έναν εγκόσμιο άρχοντα, ελέω θεού μονάρχη. Το ρόλο της διακυβέρνησης αναλαμβάνει ενίοτε πέραν του ελέω θεού μονάρχη το ιερατείο της επίσημης θρησκείας του κράτους. Κατά τη θεωρία του πολιτεύματος αυτού, η οργάνωση και λειτουργία τού κράτους απορρέει άμεσα από τον Θεό και καθορίζεται από τον θείο νόμο ο οποίος προσδιορίζει και το περιεχόμενο της πολιτειακής νομοθεσίας. Καταργείται έτσι κάθε διάκριση ή αυτοτέλεια της πολιτικής από την ιερατική εξουσία, η οποία εκπροσωπεί το Θεό, και είναι υπεύθυνη μονάχα απέναντι του και όχι απέναντι των ανθρώπων. Σε περίπτωση διάκρισης και αυτοτέλειας της πολιτικής από την ιερατική εξουσία δεν υπάρχει η έννοια της θεοκρατίας, έστω και σε περιπτώσεις περιστασιακής εκτροπής. Η Θεοκρατία εγκαθιδρύθηκε στον λαό του Ισραήλ, ενώ θεοκρατικές είναι και οι πολιτειολογικές αντιλήψεις του Ισλάμ.
Κοινός τόπος οι θεοκρατίες σε κοινωνίες της αρχαιότητας υπήρξαν στην αρχαία Αίγυπτο και άλλους αρχαίους πολιτισμούς της Ανατολής. Ο όρος πρωτοεμφανίζεται στον Ιώσηπο, που τον χρησιμοποίησε για να υποδείξει την πολιτική οργάνωση των Εβραίων. Τούτο γιατί πριν την εγκαθίδρυση της βασιλείας στο αρχαίο Ισραήλ ο Θεός θεωρείτο υπέρτατος κυβερνήτης των Εβραίων και οι νόμοι του αφορούσαν τόσο σε θρησκευτικές, όσο και πολιτικές υποχρεώσεις.
Από τη σκιώδη μορφή του βασιλέα-ιερέα Μελχισεδέκ, στον βασιλέα Δαβίδ και τον Μωυσή, φαίνεται πως η θεοκρατία στη μορφή της θεότητας ως ανώτατου άρχοντα ή ως κυβερνώντος ιερατείου δεν είναι άγνωστη στον ιουδαιοχριστιανικό κόσμο. Παρόλα αυτά η ιστορία γενικά προσδιορίζει την Περσία ως τόπο ανάπτυξης της ιδέας του θείου μονάρχη. Ιδέα που απαντάται την εποχή της κατάκτησης της Περσίας από τον Αλέξανδρο Γ' τον Μακεδόνα, αναλαμβάνεται από τον έλληνα μονάρχη και εισρέει έκτοτε στα ελληνιστικά βασίλεια. Θα πρέπει να τονιστεί εδώ ότι η ιδέα της κοσμικής εξουσίας του Θεού δεν είναι άγνωστη στους αρχαίους Έλληνες, για παράδειγμα τον Αριστοτέλη, που θεωρεί ότι ο ιδανικός βασιλέας είναι η γήινη εικόνα του Δία.
Από την εποχή του Αυγούστου Καίσαρα και μετά η ρωμαϊκή εξουσία προβαλλόταν ως επέκταση της θεϊκής, με τον αυτοκράτορα να έχει αρχιερατικό ρόλο (pontifex maximus) και να λατρεύεται και ο ίδιος ως θεός. Σε αυτό το πλαίσιο, η ρωμαϊκή Σύγκλητος τελούσε θρησκευτικά καθήκοντα.
Η ιδέα του ελέω θεού μονάρχη είναι παρούσα στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, με αυτοκράτορες που προσπαθούσαν σε γενικές γραμμές, όχι πάντα επιτυχώς να προωθήσουν την εικόνα του μονάρχη ως κεφαλή της εκκλησίας, και στην αγία ρωμαϊκή αυτοκρατορία με εσωτερικές συγκρούσεις της μεσαιωνικής Γερμανίας και της Καθολικής εκκλησίας.
Σχετικά σύγχρονες μορφές θεοκρατίας θεωρούνται τα Παπικά Κράτη, η Γενεύη του Ζαν Κοβέν (Jehan Cauvin) επί το κοσμικότερον, στην οποία ο μεταρρυθμιστής θεολόγος προσπάθησε να διαμορφώσει μια ιδανική θεοκρατία, το Αφγανιστάν κατά τη διακυβέρνηση των Ταλιμπάν και σήμερα το Βατικανό, η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν και το Ισλαμικό Κράτος του ISIS.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου